Ὁ «τροῦλος» στόν Ναό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στό Σαμπεζύ

Καθηγητοῦ Γεωργίου Π. Λάββα, ἀρχιτέκτονα, Ἀκαδημαϊκοῦ

Ἡ θεωρία τῆς Ἀρχαιότητος καί τοῦ Μεσαίωνα, γιά τήν τελειότητα τῶν γεωμετρικῶν σωμάτων καί τή μεταφορά αὐτῆς τῆς τελειότητος σέ οὐράνια σώματα καί τήν κυκλική κίνησή τους, δέν ἰσχύει βέβαια σήμερα ὡς εἰκόνα τοῦ κόσμου, παρ’ ὅλη τήν κομψότητα καί τήν καλαισθησία της.

Ἡ μετάβαση ἀπό τό γεωκεντρικό στό ἡλιοκεντρικό σύστημα μέ τή «Νέα Ἀστρονομία» τοῦ Ἰωάννη Κέπλερ (1609) καί οἱ ἔρευνες τοῦ Κοπέρνικου καί τοῦ Νεύτωνα ἀνέτρεψαν αὐτήν τήν εἰκόνα καί στή θέση τοῦ κύκλου καί τῆς κυκλικῆς κινήσεως μπῆκαν ἡ ἔλλειψη καί οἱ ἐλλειπτικές τροχιές τῶν πλανητῶν, ἔτσι ὥστε σήμερα ἡ ἐπανάληψη τοῦ κύκλου καί τοῦ ἡμισφαιρίου νά ἀποτελεῖ ἀναχρονισμό ὡς ἀρχιτεκτονικό μοτίβο καί σύμβολο. Ἀκολουθώντας, λοιπόν, τό ἀληθινό νόημα τῆς χριστιανικῆς Παραδόσεως, ὅπως αὐτό πραγματώθηκε στή μορφολογική λύση τῆς Ἁγίας Σοφίας, ὅπου μεταφέρθηκε ἡ τότε γνωστή εἰκόνα τοῦ κόσμου, προσπαθήσαμε νά μείνουμε συνεπεῖς στή σύγχρονη πραγματικότητα τῆς ἴδιας εἰκόνας.

Ἄν ὁ κύκλος καί ἡ κίνηση εἶναι πλέον ἐλλείψεις, τίποτε δέν ἐμποδίζει νά προσαρμοστοῦμε στό ἴδιο σύμβολο στή σωστή μορφή του. Ἔτσι, στό Σαμπεζύ καταλήξαμε νά χρησιμοποιήσουμε ἕνα μέρος τοῦ παραδοσιακοῦ στοιχείου τοῦ τρούλου- ὄχι πλέον ὡς ἡμικύκλιο. Τοῦτο πηγάζει ἀπό τήν πρόθεση νά εἰσαγάγουμε τό φῶς κατά μία ὁρισμένη κατεύθυνση ὡς πλημμυρίδα, ὅπως ἀναπτύχθηκε παραπάνω, ὥστε νά τονισθεῖ ἡ ἀνάταση τοῦ πιστοῦ κατά τήν κίνησή του ἀπό τήν εἴσοδο πρός τό κέντρο τοῦ Ναοῦ.

Μιά τέτοια πρόθεση, δύσκολα πραγματοποιήσιμη στό παρελθόν, εἶναι σήμερα ἀπό τεχνικῆς πλευρᾶς εὔκολη καί δυνατή, καί κατά συνέπεια ἐπιτρεπτή, ἀφοῦ ὁ Ναός αὐτός εἶναι δημιούργημα σημερινό. Θά μποροῦσε, ὅμως, νά θεωρηθεῖ ἡ λύση αὐτή καί ὡς βαθύτερη συμβολική ἀναφορά στήν ἐποχή μας καί ταυτόχρονα ὡς διαστολή πρός τόν μεσαιωνικό συμβολισμό.

Ἡ εἰκόνα τοῦ κόσμου στή μεσαιωνική περίοδο ἦταν ἡ ἔκφραση τῆς τότε θεωρίας (ὄχι τῆς «οὐσίας») γιά τόν κόσμο, στατικῆς καί κλειστῆς. Ἡ εἰκόνα αὐτή «ἔσπασε», διαφοροποιήθηκε κι ἄλλαξε βασικά τή δομή της, μέ τήν περίοδο τῆς ἐπιστήμης στόν καιρό μας. Ἡ διαφοροποίηση αὐτή δέν ἔχει σχέση μέ τήν οὐσία τῆς λατρείας καί τή δομή τῆς ἀλήθειας τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀφοῦ ἡ σύγχρονη θεωρία γιά τόν κόσμο δίνει βαθύτερο νόημα καί προσφέρει εὐρύτερη ὀπτική γωνία στίς πεπερασμένες δυνάμεις νά θεαθοῦν τή Δημιουργία.

Μαζί, λοιπόν, μέ τήν πρόθεση νά λύσουμε τό πρόβλημα τοῦ φωτισμοῦ σέ σχέση μέ τήν κίνηση τοῦ εἰσερχομένου μέσα στόν Ναό (κλιμακωτός ἀναβαθμός, αὔξηση τοῦ φωτισμοῦ καί συγχρονη κίνηση πρός τά ἄνω τοῦ βλέμματος τοῦ κινουμένου ἀπό τήν εἴσοδο πρόν τόν σολέα), μᾶς βασάνισε καί τό πρόβλημα τοῦ καθαροῦ συμβολισμοῦ, τοῦ τόσο γνωστοῦ στήν Ὀρθόδοξη ναοδομία μορφολογικοῦ στοιχείου τοῦ τρούλου. Ἡ διαμόρφωση του στήν περίπτωσή μας σέ ἐλλειψοειδή «βούτα» -πού ἀρχίζει πάνω ἀπό τήν Ὡραία Πύλη, χωρίς νά κλείνει σάν ὁρίζοντας, ἀλλά συνεχίζει νοητά τήν κίνησή του στό ἄπειρο- δείχνει μέν τή σταθερή ἀνθρώπινη συνθήκη καί ἀναγκαιότητα, πού πάντοτε χρειάζεται ἕνα σημεῖο ἀναφορᾶς, ἕνα ὀπτικό σημεῖο ἀρχῆς, διατηρεῖ ὅμως τήν «ἀνοικτή» εἰκόνα τοῦ κόσμου τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς σημερινῆς ἐπιστημονικῆς γνώσεως μέ τή νοητή συνέχεια στήν ἀπεραντοσύνη τοῦ Σύμπαντος.

Λάββα Π. Γεωργίου, Ὁ Ἱερός Ναός τοῦ Ἀποστόλου Παύλου – «Ἀρχιτεκτονική ἔκφραση», στό Ἐπιμέλεια Α.Ε. (ἐκδ.), «Ὀρθόδοξον Κέντρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου – Σαμπεζύ Γενεύης. 35 χρόνια προσφορᾶς στήν Ἐκκλησία καί τήν οἰκουμενική θεολογία», Ἐπιμέλεια Α.Ε., Ἀθήνα 2003, σ. 204–209.