Ἡ ἑδραίωση τοῦ Ὀρθοδόξου Κέντρου

ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

Η ΕΔΡΑΙΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΣΤΟ ΣΑΜΠΕΖΥ ΓΕΝΕΥΗΣ

Καθηγητοῦ Χρυσοστόμου Κωνσταντινίδου, Μητροπολίτου Ἐφέσου

Πατριάρχης Δημήτριος, συνεχιστής τῶν ἔργων τοῦ προκατόχου του, συνέβαλε μέ στοργή καί ἐνδιαφέρον καί πέτυχε τήν ἑδραίωση τοῦ Κέντρου.

Εἶχεν ἔλθει ὁ καιρός πού τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἔπρεπε νά σκεφθεῖ καί νά ἐπιχειρήσει τήν ἐπέκταση τῶν κτιριακῶν ἐγκαταστάσεων τοῦ Σαμπεζύ, ὥστε νά ἀποκτήσει αὐτό ἕναν σύγχρονο αὐτοτελῆ Ναό, γιά νά συμπεριλαμβάνει, ὄχι μόνο τόν ἐνοριακό κόσμο τῆς Ὀρθόδοξης ἑλληνικῆς παροικίας τῆς Γενεύης, ἀλλά καί τίς συνεχῶς πολυπληθέστερες Πανορθόδοξες Συνάξεις τῆς Ἐκκλησίας μας, καθώς καί τίς ἐργασίες τῶν ποικίλων διμερῶν Θεολογικῶν Διαλόγων, τά λοιπά Συνέδρια καί ἐπιστημονικά Σεμινάρια κ.λπ., τό δέ Κέντρο -πρό τῶν αὐξημένων αὐτῶν ὑποχρεώσεών του- ἔπρεπε νά στεγασθεῖ σέ ἀνάλογο λειτουργικότερο κτίριο.

Ἔτσι, ἄρχισε ἡ πολύπλευρη μελέτη τῆς διευρύνσεως τοῦ Κέντρου στόν ἴδιο ἐκτεταμένο χῶρο τοῦ λοφίσκου τοῦ Σαμπεζύ. Οἱ χορηγοί ἦταν σύμφωνοι. Στήριξαν ἁπλόχερα τίς ἀποφάσεις καί τίς προσπάθειες τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἀρχιτέκτονες διακεκριμένοι καί ἐνθουσιώδεις, βάλθηκαν στή δουλειά. Σχέδια ἐπί σχεδίων. Ἐπιτροπές κρίσεως τοῦ καλύτερου καί λυσιτελέστερου σχεδίου. Μελέτες οἰκολογικές, περιβαλλοντικές, οἰκονομολογικές κυρίως, ἀλλά καί μορφολογικές ὡς πρός τίς ἀνάγκες τοῦ Κέντρου, ἀλλά καί ὡς πρός τίς προδιαγραφές τῆς Πολιτείας. Μεῖζον θέμα αὐτό […].

Τελικά, ἡ ἔγκριση δόθηκε γιά το σημερινό οἰκοδομικό σύμπλεγμα. Στό ἐπίκεντρο, ὁ εὐμεγέθης Ναός, σύγχρονης ἀρχιτεκτονικῆς γραμμῆς. Ἀκολούθως, ἡ ἁγιογράφησή του, μέ τίς γνωστές νεοβυζαντινές καί, ἀπό κάποιο σημεῖο καί μετά, τίς μεταβυζαντινές συνθέσεις καί θεματολογίες τῶν ἁγιογράφων Ράλλη Κοψίδη καί Γιάννη Μητράκα -αὐτές πού ὁδήγησαν τόν Ναό στήν τιμητική καταλογογράφησή του καί στήν κατάταξή του στά ἀξιοθέατα τῆς πόλεως τῆς Γενεύης. Καί, τέλος, τό ἴδιο τό κτίριο τοῦ Κέντρου, σχεδιασμένο καί κατασκευασμένο μέ σύμμετρη λειτουργικότητα ὡς πρός τούς σκοπούς πού κλήθηκε νά ἐξυπηρετήσει ἡ Πατριαρχική αὐτή Στέγη. Τέθηκε ὁ θεμέλιος λίθος. Καί ὁ ἀρχιτέκτονας καθηγητής κ. Γ. Λάββας ἐργάσθηκε ἐντατικά καί μέ ἀγάπη σ’ αὐτό πού ἔκαμε.

Ποιοί συνέδραμαν στήν ἀπρόβλεπτα ὑψηλοῦ κόστους δημιουργία τοῦ οἰκοδομικοῦ συμπλέγματος τοῦ Κέντρου ; Βεβαίως, τό ζεῦγος Λαιμοῦ. Ἀλλά καί ἄλλοι, ὁμογενεῖς, τῶν ὁποίων τά ὀνόματα ἀναγράφονται στίς ἀναμνηστικές πλάκες, ὅπως εἶναι οἱ Πιζάνηδες, οἱ Λαγώνικοι, οἱ Χόλλεμπαχ ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, οἱ Γκέρτσοι, οἱ τῆς οἰκογενείας Danial, οἱ τῆς οἰκογενείας Περδίκη, ὁ Γερ. Βεντούρας καί ἄλλοι. Ὅλως δέ ἰδιαιτέρως καί ὁρισμένοι μή Ὀρθόδοξοι χορηγοί, ὅπως οἱ Σύνοδοι τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν Ἐπισκόπων τῆς Γερμανίας καί τῆς Ἑλβετίας, ὁ Εὐαγγελικός Ἐπίσκοπος H. Kunst, ὁ Καρδινάλιος J. Höffner καί ἄλλοι.

Ἐν τῷ μεταξύ εἶχε γίνει ἡ πρέπουσα ἀνανέωση τοῦ ὑπευθύνου προσωπικοῦ τοῦ Κέντρου, κυρίως στό πρόσωπο τοῦ Διευθυντῆ-Προϊσταμένου του, πού θά ἐπωμιζόταν τίς εὐρύτερες πλέον ἀνάγκες καί ὑπηρεσίες, ὅπως περιγράφονταν αὐτές στόν Ἱδρυτικό Τόμο καί ὅπως ἀνανεώνονταν ἀπό τό Φανάρι μέ τίς ἑκάστοτε νέες ὁδηγίες του.

Ἔτσι ἔγινε -μετά τήν παραίτηση τοῦ πρώτου ἐκκλησιαστικῶς διορισθέντως Διευθυντῆ, ἀρχιμανδρίτη Ζαχαρία Ξηντάρα- ὁ ἔγκαιρος διορισμός ἀπό τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, τό 1969, τοῦ τότε ἀρχιμανδρίτη Δαμασκηνοῦ Παπανδρέου, προερχόμενου ἀπό τή θέση τοῦ Ἡγουμένου τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναστικοῦ Κέντρου τοῦ Ταιζέ τῆς Γαλλίας, στό εὐρύτερο πλαίσιο τῆς νεοφανοῦς προτεσταντικῆς Μοναστικῆς Κινήσεως τῶν Ἀδελφῶν τοῦ Ταιζέ. Ὁ ἀρχιμανδρίτης Δαμασκηνός ἦταν τό πρόσωπο πού χρειαζόταν γιά τήν περίπτωση. Φαναριώτης στόν ἐκκλησιαστικό καί Χαλκίτης στόν θεολογικό του καταρτισμό, μέ ἀνώτερες διδακτορικές σπουδές στή Γερμανία, γνώστης τῶν εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν, μέ πιστή διακονία ὅπου εἶχε κληθεῖ νά ἐργασθεῖ, ἔβαλε ὅλη του τήν ψυχή στήν ὁλοκλήρωση τοῦ μεγαλόπρεπου ἔργου τῶν κτιριακῶν ἐγκαταστάσεων καί στή συνέχεια στήν πλούσια σέ ἀπόδοση λειτουργία τοῦ Κέντρου.

Ἡ Ἐκκλησία ἐν τῷ μεταξύ προήγαγε τόν ἀρχιμανδρίτη Δαμασκηνό σέ Τιτουλάριο Μητροπολίτη Τρανουπόλεως (1970) καί στή συνέχεια σέ Μητροπολίτη τῆς νέας Μητρόπολης Ἑλβετίας, ἡ ὁποία ἀποσπάσθηκε ἀπό τή Μητρόπολη Αὐστρίας (Ὀκτώβριος 1982) ἐπί Πατριάρχου Δημητρίου. Μέ αὐτήν την ἰδιότητά του ὑπηρέτησε ὁ Ἑλβετίας Δαμασκηνός τήν Ἐκκλησία καί τό Κέντρο ἕως τήν τελευταία του ἀπροσδόκητη ἀσθένεια τό 2001.

Ὑπῆρξε σέ ὅλην αὐτήν τήν σειρά τῶν ἔτῶν Διευθυντῆς-Προϊστάμενος τοῦ Πατριαρχικοῦ Κέντρου καί ταυτόχρονα Γραμματέας τῆς Προπαρασκευῆς τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, Πρόεδρος τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Κέντρου, Κοσμήτορας τοῦ ἐν τῷ μεταξύ ἱδρυθέντος Ὀρθοδόξου Ἰνστιτούτου Μεταπτυχιακῶν Σπουδῶν, Πρόεδρος τῶν Διαλόγων μέ τίς Ἀρχαῖες μή-Χαλκηδόνιες Ἐκκλησίες, μέ τήν Παλαιοκαθολική Ἐκκλησία, μέ τό Ἰσλάμ καί τόν Ἰουδαϊσμό, μέλος πολλῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀποστολῶν καί, φυσικά, ἀκούραστος ποιμενάρχης τῆς Μητροπόλεως Ἑλβετίας. Κοντά του βρέθηκαν πρόσωπα ἱκανά καί ἀφοσιωμένα, πού τόν βοήθησαν στό ἔργο του, πρόσωπα νέα, κληρικά καί λαϊκά προσοντοῦχα, τῆς ἴδιας Φαναριωτικῆς καί Χαλκίτικης νοοτροπίας […].

Ἀλλ’ ἄς ἐπανέλθουμε στήν ἑδραιωτική γιά τό Κέντρο τοποθέτηση καί συμβολή τοῦ Πατριάρχου Δημητρίου.

Μέ τήν εὐκαιρία τῶν ἐγκαινίων τοῦ νεόκτιστου Σταυροπηγιακοῦ Ναοῦ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στίς 18-19 Ὀκτωβρίου τοῦ 1975, ὁ Πατριάρχης Δημήτριος καί ἡ περί αὐτόν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος ἐξαπέλυσαν σημαντικό σέ περιεχόμενο καί διατάξεις Πατριαρχικό καί Συνοδικό Σιγίλλιο ὑπό ἡμερομηνία 19 Ὀκτωβρίου 1975, μέ τό ὁποῖο δινόταν προώθηση στό ἤδη ὑπάρχον πολυμερές καί πολυδιάστατο πρόγραμμα δραστηριοτήτων τοῦ Κέντρου. Τό Σιγίλλιο αὐτό διάνοιγε καί νέες εὐρύτερες προοπτικές ἔρευνας καί θεολογικῆς διεργασίας, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἡ τῆς δημιουργίας «θεολογικοῦ φυτωρίου», ὡς λέγει τό κείμενο: «… Εἰδικώτερον δέ τήν ἀνάπτυξιν ἐν αὐτῷ ἐπιστημονικοῦ θεολογικοῦ φυτωρίου, ἐν οἰκουμενικῇ προοπτικῇ, μέλλοντος ἵνα μεταπτυχιακῶς καταρτίζῃ στελέχη ἐξ ἁπασῶν τῶν κατά τόπους Ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, χρήσιμα διά τάς ἀνάγκας αὐτῶν, ἐξειδικευμένα δέ καί εἰς τήν διεξαγωγήν διορθοδόξων καί διαχριστιανικῶν διαλόγων…». Τήν πραγμάτωση τοῦ νέου αὐτοῦ σχεδιασμοῦ, […] ὁ Θεός τήν ἐπιφύλασσε στόν εὐκλεῶς πατριαρχεύοντα σήμερα Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο.

Ἡ ἑδραιωτική αὐτή γιά τό Κέντρο πρωτοβουλία τοῦ Πατριάρχου Δημητρίου, ὅπως περιγράφεται στό ὑπό ἐξέτασιν Σιγίλλιο αὐτό, ὑπῆρξε καί εἶναι ἱστορικῆς σημασίας, ἄν ληφθοῦν ὑπ’ ὄψιν οἱ συνθῆκες καί τά εὐρύτερα ἐνδιαφέροντα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν τότε. Πράγματι, ἡ Ὀρθοδοξία εἶχε ριχθεῖ μέ ὅλες της τίς δυνάμεις στήν Προπαρασκευή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου καί σέ σειρά ὁλόκληρη σύγκλησης διμερῶν Θεολογικῶν Διαλόγων. Ἦταν μιά ἀνεπανάληπτη δραστηριότητα τῆς Ὀρθοδοξίας, πού ἔφερε ἐκ τῶν πραγμάτων στό ἐπίκεντρο τοῦ γενικοῦ γιά τίς Ἐκκλησίες ἐνδιαφέροντος τό Πατριαρχικό Κέντρο, μέ ὅλες τίς δραστηριότητές του.

[…] Ἐκεῖνο πού διήκει, ὡς πνεῦμα καί ὡς πράξη, διά μέσου τῆς ἤρεμης ζωῆς τοῦ Πατριάρχου Δημητρίου. Ἡ σταθερή καί δεδομένη ἀγάπη του πρός τό Κέντρο καί ἡ μέριμνά του νά τό θεσμοθετήσει μέ τό ὡς ἄνω Σιγίλλιο καί νά τό στηρίξει μέ ἄλλες παράλληλες πατριαρχικές καί συνοδικές ἀποφάσεις (πού περιλαμβάνονται στήν πατριαρχική του ἀλληλογραφία καί πού εἶναι σχετικές μέ τίς εὐρύτερες εὐθύνες καί διεργασίες τοῦ Κέντρου -γιά τό ὁποῖο ἔλεγε ἀπλά καί ἀνθρώπινα ὁ ἴδιος ὅτι εἶναι «τό καμάρι τῆς Μητρός Ἐκκλησίας») ὑπῆρξαν στοιχεῖα στερεωτικά τῆς ἱερῆς αὐτῆς καί σεβαστῆς γιά ὅλους μας Στέγης τοῦ Θρόνου.

Κωνσταντινίδου Xρυσοστόμου, Μητροπολίτου Ἐφέσου, Τρεῖς Πατριαρχικές μορφές: Ἀθηναγόρας, Δημήτριος, Βαρθολομαῖος. Σέ τρεῖς σύστοιχες δημιουργικές ἐνέργειες θεμελιώσεως-ἑδραιώσεως-ἀναπτύξεως τοῦ ἐν Σαμπεζύ τῆς Γενεύης Πατριαρχικοῦ Κέντρου, στό Ἐπιμέλεια Α.Ε. (ἐκδ.), «Ὀρθόδοξον Κέντρον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου – Σαμπεζύ Γενεύης. 35 χρόνια προσφορᾶς στήν Ἐκκλησία καί τήν οἰκουμενική θεολογία», Ἐπιμέλεια Α.Ε., Ἀθήνα 2003, σ. 134–40.